登录
|
Chinese
|
使用条款
词典
论坛
联络
西班牙语
⇄
丹麦语
希腊语
德语
意大利语
法语
爱沙尼亚语
瑞典语
芬兰语
英语
荷兰语
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
órgano de administración, de dirección o de control
一般
διοικητικό, διευθυντικό ή εποπτικό όργανο
财政, 商业活动, 劳工组织
όργανο που ασκεί διοίκητικά, διεύθυντικά ή εποπτικά καθήκοντα; διοικητικό, διαχειριστικό ή εποπτικό όργανο
增加
|
报告错误
|
获取短网址
|
语言选择诀窍