transient response | |
电子产品 | μεταβατική χαρακτηριστική; μεταβατική απόκριση |
implement | |
一般 | εφαρμόζω |
林业 | σκεύος |
法律 | θέτω σε ισχύ |
procedure | |
一般 | λειτουργία |
专利 | δικονομικές διατάξεις |
医疗的 | χειρισμός έκτρωσης |
材料科学 电子产品 | μέθοδος |
微软 | διαδικασία |
运输 | όχημα μαζικής παραγωγής |
| |||
μεταβατική χαρακτηριστική; μεταβατική απόκριση |
transient response : 2 短语, 2 学科 |
技术 | 1 |
行业 | 1 |