词典论坛联络

   英语
Google | Forvo | +
名词 | 动词 | 形容词 | 短语
spray [spreɪ] 名词
一般 σπρέι
医疗的 νεφελοποιητής
spray [spreɪ] 动词
市政规划, 地球科学 εξαερώνω; καταιονίζω
spraying ['spreɪɪŋ] 动词
农业 ράντισμα; δακτυλιοειδής κηλίδωση των κονδύλων σπρέιν
农业, 化学 εφαρμογή συντηρητικού με ραντισμό
冶金 θερμικός ψεκασμός
化学 ψεκασμός
化学, 冶金 εφυάλωση με πιστόλι; εφυάλωση με ψεκασμό
电子产品, 建造 διάστρωση
行业, 化学 βάψιμο με ψεκασμό
运输, 建造 επιφανειακός διαποτισμός
spray [spreɪ] 形容词
冶金, 机械工程 βότρυς χύτευσης
医疗的 ψεκαστική αντλία
地球科学 συσκευή εκτόξευσης δέσμης νερού; ψεκασμός
市政规划, 地球科学 ψεκάζω
建造 εκνέφωση
材料科学 διασκορπισμένη βολή
运输, 化学 ψέκασμα
to spray [spreɪ] 形容词
材料科学 ψεκάζω
spray: 557 短语, 26 学科
一般24
信息技术3
农业182
冶金76
劳动法6
化学30
医疗的6
卫生保健3
商业4
地球科学19
市政规划5
建造2
技术5
机械工程54
材料科学7
林业3
环境8
生命科学1
电子产品1
自然科学32
药店3
行业43
财政1
运输35
通讯2
食品工业2