词典论坛联络

   英语
Google | Forvo | +
短语
public transport
政府、行政和公共服务 δημόσια μεταφορικά μέσα
经济 δημόσιες συγκοινωνίες
运输 Μέσο Μαζικής Κυκλοφορίας; Μέσο Μαζικής Μεταφοράς; Μαζικό Μέσο Κυκλοφορίας; δημόσια μέσα μεταφοράς; δημόσια συγκοινωνία
public transport The act or the means of conveying people in mass as opposed to conveyance in private vehicles
环境 δημόσια συγκοινωνία
public transport: 24 短语, 8 学科
一般3
建造2
法律2
环境2
经济1
统计数据2
运输10
通讯2