词典论坛联络

   英语
Google | Forvo | +
短语
power unit
地球科学, 机械工程 μονάδα παροχής ισχύος; μονάδα παροχής υδραυλικής ισχύος
运输, 航空, 技术 κινητήρας με πλήρη εξοπλισμό παρελκομένων
通讯, 运输 χειριστήρια ισχύος
 英语 词库
power unit
缩写, 建造 p.u.
Power Unit
缩写, 苏格兰语 P/U
power unit: 66 短语, 9 学科
信息技术2
农业2
地球科学10
技术1
机械工程6
电子产品5
能源行业3
财政1
运输36