词典论坛联络

   英语
Google | Forvo | +
短语
flourish ['flʌrɪʃ] 动词
一般 ανθίζω; μεγαλώνω
文化学习 επιμελωδήματα; καλλωπισμοί μελωδίας; φιοριτούρες
flourish: 2 短语, 1 学科
一般2