![]() |
| controller | |
| 通讯 运输 | συντονιστής φωτεινής σηματοδοτήσεως |
| 地球科学 机械工程 | βοηθητική διάταξη ρυθμίσεως |
| 机械工程 | ρυθμιστής; ρυθμιστική διάταξη; συσκευή ελέγχου; όργανο ελέγχου |
| 农业 | χειριστήριο |
| 微软 | ελεγκτής |
| of | |
| 一般 | από |
| remote | |
| 一般 | απόμακρη; απόμακρο; απόμακρος |
| 通讯 | δορυφορικό κέντρο; εξωτερική εκπομπή; εξωτερική μετάδοση; κέντρο-δορυφόρος; ρεπορτάζ; υπόκεντρο |
| Electronic | |
| 微软 | Ηλεκτρονική |
| electronic | |
| 一般 | ηλεκτρονική; ηλεκτρονικό |
| 医疗的 | ηλεκτρονικός |
| electronics | |
| 环境 | ηλεκτρονική/ηλεκτρονικά όργανα; ηλεκτρονικά όργανα |
| |||
| χειριστήριο n | |||
| βοηθητική διάταξη ρυθμίσεως | |||
| ελεγκτής m (The part of a test rig that distributes tests to agent computers and collects test results) | |||
| υπεύθυνος της επεξεργασίας | |||
| ρυθμιστής m; ρυθμιστική διάταξη; συσκευή ελέγχου; όργανο ελέγχου | |||
| διάταξη ελέγχου; ελεγκτήρας f | |||
| υπολογιστής m; διαχειριστής m; πληρεξούσιος m | |||
| ελεγκτής m | |||
| συντονιστής φωτεινής σηματοδοτήσεως | |||
| 英语 词库 | |||
| |||
| con; ctlr | |||
| ctrl | |||
| cont | |||
| A person holding a valid licence to control air traffic | |||
|
controller of : 9 短语, 5 学科 |
| 一般 | 1 |
| 信息技术 | 4 |
| 机械工程 | 1 |
| 财政 | 2 |
| 通讯 | 1 |