capital asset | |
经济 会计 | πάγια περιουσιακά στοιχεία; πάγιες εγκαταστάσει; πάγιο ενεργητικό; πάγιο κεφάλαιο |
management | |
劳动法 | μάνατζμεντ |
经济 | διαχείριση |
法律 | διοικητικό προσωπικό επιχειρήσεων |
法律 经济 | διοίκηση |
earnings | |
经济 | εργατικό εισόδημα |
liquidity | |
微软 | ρευστότητα |
capital, asset: 3 短语, 3 学科 |
统计数据 | 1 |
营销 | 1 |
财政 | 1 |