词典论坛联络

   英语
Google | Forvo | +
- 只找到单语

短语
blackout ['blækaut] 名词
医疗的 προσωρινή αμαύρωση
电子产品 γενική διακοπή ρεύματος
通讯 καθολική διακοπή ραδιοεπικοινωνιών
通讯, 电子产品 πλήρης διακοπή
 英语 词库
blackout ['blækaut] 缩写
缩写 bo
blackout: 4 短语, 4 学科
医疗的1
地球科学1
微软1
通讯1