automate | |
信息技术 | αυτοματοποιώ |
receiver | |
程序法 会计 | σύνδικος της πτώχευσης |
化学 | δοχείο συλλογής; υποδοχέας |
通讯 | ακουστικό; δέκτης; συσκευή λήψης |
通讯 信息技术 | παραλήπτης |
地球科学 机械工程 | συλλέκτης υγρού |
地球科学 能源行业 电子产品 | αποδέκτης |
法律 经济 | διαχειριστής πτωχεύσεων |
| |||
αυτοματοποιώ |
automated receiver : 1 短语, 1 学科 |
电子产品 | 1 |