词典论坛联络

   英语
Google | Forvo | +
短语
accelerator [ək'seləreɪtə] 名词
化学 επιταχυντική ύλη
医疗的 επιταχυντής
卫生保健, 物理科学, 核物理 επιταχυντής μορίων
林业 πεντάλ γκαζιού
电子产品 επιταχυντήρας
行业, 建造, 化学 επιταχυντής βουλκανισμού
运输 γκάζι; επιταχυντής αυτοκινήτου
 英语 词库
accelerator [ək'seləreɪtə] 缩写
缩写 accel (Vosoni)
缩写, 美国人, 俚语 hammer (Put the hammer to the floor or we will be late for the wedding)
accelerator: 77 短语, 14 学科
信息技术3
化学4
医疗的31
卫生保健1
地球科学3
微软8
技术1
机械工程4
核物理1
物理科学3
电子产品7
自然科学4
行业3
运输4