词典论坛联络

   英语
Google | Forvo | +
名词 | 动词 | 短语
weather ['weðə] 名词
一般 καιρός
Weather ['weðə] 动词
微软 Καιρός (The Weather appex splash screen; The Weather appex live tile; The Weather app)
weathering ['weð(ə)rɪŋ] 动词
化学, 冶金 έκθεση στην επίδραση των καιρικών συνθηκών
weather ['weðə] 动词
爱好和消遣, 文化学习, 通讯 κατάσταση ουρανού
环境 καιρός/καιρικές συνθήκες
weathering ['weð(ə)rɪŋ] 动词
生命科学 διάβρωση
生命科学, 农业 αποσάθρωση; ατμοσφαιρική αλλοίωσις
行业, 建造, 冶金 ιριδισμός επιφάνειας από πολύχρονη αποθήκευση
运输, 技术, 法律 αλλοίωση οφειλόμενη στην επίδραση του καιρού
to weather ['weðə] 动词
生命科学, 农业 αποσαθρώνομαι; αποσυντίθεμαι
weather The day-to-day meteorological conditions, especially temperature, cloudiness, and rainfall, affecting a specific place ['weðə] 动词
环境 καιρικές συνθήκες
 英语 词库
weather ['weðə] 动词
军队, 缩写 wea; wet
缩写 wthr
Weather: 223 短语, 25 学科
一般5
保险3
信息技术6
冶金7
劳动法1
化学4
医疗的5
地球科学15
建造2
微软4
技术2
政治1
机械工程1
材料科学4
法律2
环境22
生命科学73
研究与开发1
税收1
经济1
自然科学10
行业10
财政1
运输27
通讯15