СловникиФорумКонтакти

   Шведська
Google | Forvo | +
hållström форм.
ел. ρεύμα συγκρατήσεως; θυρίστορ; ρεύμα αποκλεισμού
зв’яз., ел. ένταση συγκράτησης; ρεύμα συγκράτησης