СловникиФорумКонтакти

   Іспанська Грецька
Google | Forvo | +
Punto
 punto
довк. σημείο; αιχμή; βαθμός; βελόνα; σταθμός; στιγμή
пром. буд. θηλειά; πλέξη
пром. буд. мет. ψείρα διαυγάσεως
| sobre
 sobre
комп., Майкр. πληροφορίες
| el
 Ello
мед. αυτό
que | de
 dé
землезн. ηλεκτρόδιο σχήματος D
| conformidad
 conformidad
мат. συμμόρφωση
con | el
 Ello
мед. αυτό
| apartado
 apartado
комп., Майкр. περιοχή
7 del | articulo
 artículo
ліс. αντικείμενο
19 del | Reglamento Interno
 reglamento interno
ек. εσωτερικός κανονισμός
del Cons
- знайдено окремі слова

іменник | дієслово | до фраз
punto m
довк. σημείο; αιχμή; βαθμός; βελόνα; σταθμός; στιγμή; σημείο/στιγμή/αιχμή/βαθμός/βελόνα/σταθμός
докум. τελεία
маш. κορυφή; ακίδα κεντραρίσματος
пром., буд. θηλειά; πλέξη; πόντος
пром., буд., мет. ψείρα διαυγάσεως
puntos m
прир.науки, с/г. στίγμα; κηλίδα
puntado дієсл.
с/г. ξυνός
Punto sobre el que, de conformidad con el apartado 7 del articulo 19 del Reglamento Interno del: 1 фраза в 1 тематиці
Політика1