СловникиФорумКонтакти

   Португальська Грецька
Google | Forvo | +
Acordo
 acordo
ек. συμφωνία
юр. συμφωνία; συναίνεση; συγκατάθεση; συμβόλαιον; διακανονισμός; διευθέτηση
юр. труд.пр. σύμφωνο
Europeu | sobre
 sobre
Браз. комп., Майкр. πληροφορίες
a | Limitacao
 limitação
комп., Майкр. ρυθμιστής ροής δεδομένων
do | Emprego
 emprego
довк. απασχόληση
| de
 dê
землезн. ηλεκτρόδιο σχήματος D
certos | Detergentes
 detergentes
міськ.забуд. απορρυπαντικά
| nos
 nó
комп., Майкр. κόμβος
| Produtos
 produtos
довк. προϊόντα
| de
 dê
землезн. ηλεκτρόδιο σχήματος D
| Lavagem
 lavagem
довк. λεύκανση
e | de
 dê
землезн. ηλεκτρόδιο σχήματος D
Limpe
- знайдено окремі слова

до фраз
acordo імен.
юр. συμφωνία; συναίνεση; συγκατάθεση; συμβόλαιον; διακανονισμός; διευθέτηση; συμβατική διευθέτηση
юр., труд.пр. σύμφωνο
acordos legal імен.
довк. συμφωνία; συμφωνία νομικός όρος
acordos homologação judicial імен.
довк. κοινή συμφωνία
acordo administrativo імен.
довк. συμφωνία διοικητικής φύσεως
acordo UE імен.
ек. συμφωνία (ΕE)
Acordo Europeu sobre a Limitacao do Emprego de certos Detergentes nos Produtos de Lavagem e de: 2 фрази в 1 тематиці
Охорона здоров’я2