СловникиФорумКонтакти

   Французька
Google | Forvo | +
до фраз
fioul m
заг. μαζούτ' πετρέλαιο εξωτερικής καύσης
довк. πετρέλαιο εξωτερικής καύσης; μαζούτ; πετρέλαιο εξωτερικής καύσης/μαζούτ
ек. πετρέλαιο εξωτερικής καύσεως
енерг., пром. πετρέλαιο θέρμανσης
fioul: 12 фраз в 4 тематиках
Довкілля1
Енергетика5
Загальна лексика2
Транспорт4