Video | |
комп., Майкр. | Βίντεο |
video | |
довк. | βίντεο |
зв’яз. | συσκευή για δίσκους-βίντεο |
комп., Майкр. | βίντεο |
хобі. зв’яз. | βιντεοεγγραφή; εγγραφή βίντεο; μαγνητοσκόπημα; μαγνητοσκόπηση |
expander | |
хім. | ελαστικό μανδρέν |
| |||
βίντεο | |||
συσκευή για δίσκους-βίντεο; οπτικό σήμα; φάσμα οπτικών συχνοτήτων; συσκευή για βιντεοκασσέτες | |||
βίντεο (An audiovisual recording) | |||
βιντεοεγγραφή; εγγραφή βίντεο; μαγνητοσκόπημα; μαγνητοσκόπηση | |||
βιντεο-; εικονο-; εικόνας; μαγνητοσκοπικός | |||
| |||
Βίντεο (The video offering from Xbox. Xbox Video is an app that facilitates the viewing of video) | |||
Англійський тезаурус | |||
| |||
v | |||
| |||
visual data entry on-line system | |||
visual data entry on-line | |||
| |||
VID |
video: 362 фрази в 20 тематиках |