СловникиФорумКонтакти

   Англійська
Google | Forvo | +
back-locking
зв’яз., маш. μανδάλωση κατά την επάνοδο στην αρχική θέση; μανδάλωση κατά την επάνοδο στην κανονική θέση; σύμπλεξη κατά την επάνοδο στην αρχική θέση; σύμπλεξη κατά την επάνοδο στην κανονική θέση