СловникиФорумКонтакти

   Англійська +
Google | Forvo | +
array
 array
заг. παράταξη
докум. IT διάταξη; ταξινομητική διάταξη
ел. διάταξη κεραιών; κατευθυντική κεραιοστοιχία; κεραιοστοιχία; στοιχειοκεραία
комп., Майкр. πίνακας
мат. συστοιχία; διατεταγμένης σειράς
| cell
 Cell
заг. Πυρήνας
 cell
комп., Майкр. κελί
природозн. довк. δεξαμενή; κυψέλη; στοιχείο
труд.пр. довк. στρώμα επικάλυψης
фарма. мед.біол. довк. κύτταρο
 cells
заг. κυψελίδες
- знайдено окремі слова

іменник | прикметник | до фраз

array

[ə'reɪ] імен.
заг. παράταξη f
ел. διάταξη κεραιών; κατευθυντική κεραιοστοιχία; κεραιοστοιχία f; στοιχειοκεραία f
комп., Майкр. πίνακας m (In programming, a list of data values, all of the same type, any element of which can be referenced by an expression consisting of the array name followed by an indexing expression. Arrays are part of the fundamentals of data structures, which, in turn, are a major fundamental of computer programming)
мат. συστοιχία f; διατεταγμένης σειράς
array [ə'reɪ] прикм.
докум. παράταξη τάξεων; σειρά τάξεων
докум., IT διάταξη; ταξινομητική διάταξη
IT μήτρα
array cell
: 6 фраз в 3 тематиках
Електроніка3
Землезнавство1
Інформаційні технології2