СловникиФорумКонтакти

   Англійська
Google | Forvo | +
до фраз
ablation [ə'bleɪʃ(ə)n] імен.
заг. αποκόμιση,αποκομιδή,απογύμνωση,εκτομή,αποκόλληση,εξαίρεση
ел. εκφλοίωση
мед. εκτομή; ακρωτηριασμός; απογύμνωση; αποκομιδή; αποκόλληση; αποκόλλησις; εξαίρεση; αφαίρεση; εξαίρεση μέλους (ablatio)
трансп., матеріалозн. αποκόμιση
ablation artificial імен.
мед. αποκόλληση; αποκόλλησις; απόσπαση; απόσπασις; αφαίρεσις; εκτομή; εξαίρεσις
ablation: 6 фраз в 2 тематиках
Зв’язок3
Медицина3