СловариФорумКупитьСкачатьКонтакты

Google | Forvo | +
automated
 automate
ИТ. αυτοματοποιώ
| control
 control
Майкр. στοιχείο ελέγχου
мат. έλεγχος
материаловед. οδηγώ
мед.-биол. тех. ποταμία τομή παρατηρήσεων
тех. стр. διατομή; τμήμα ελέγχου
трансп. όργανο χειρισμού
трансп. маш. χειριστήριο
эк. δεσμός ελέγχου; δεσμός κυριαρχίας
| and
 AND
Майкр. λογικό ΚΑΙ
| checking
 Checking
общ. Έλεγχος
 checking
общ. αντιπαραβολή
естеств.науки. с/х. Παρεμπόδιση αύξησης αναστολή αύξησης σταμάτημα της αύξησης
ИТ. обр.дан. έλεγχοι; έλεγχος
мет. έλεγχος κίνησης του φορτίου με διακοπή ή με μείωση εμφύσησης αέρα
пром. стр. ράγισμα; ρωγμή; σκάσιμο
связь. επαλήθευση
| for
 for
общ. για
| electrical system
 electrical system
эл. ηλεκτρικός εξοπλισμός; ηλεκτρολογικός εξοπλισμός
| support
 support
общ. στατό
Майкр. υποστήριξη
мат. πεδίο ορισμού
маш. καβαλέτο
мед. υπόθεμα
мет. υποστήριγμα
стр. βάθρο; στήριξη; εφέδρανο
уголь. υποστήριξη
- найдены отдельные слова

к фразам

to automate

['ɔ:təmeɪt] глаг.
ИТ. αυτοματοποιώ
automated control
: 5 фраз в 2 тематиках
Иммиграция и гражданство2
Транспорт3

Добавить | Сообщить об ошибке | Короткая ссылка