СловариФорумКупитьСкачатьКонтакты

   Нидерландский
Google | Forvo | +
к фразам
koppeling f
общ. στοιχείο σύνδεσης
землевед., маш. σύζευξη αξόνων; σύνδεσμος μεταδόσεως κινήσεως
землевед., тех. σύνδεση της κεφαλής δοκιμής
землевед., эл. ζεύκτης
ИТ. στοιχείο σύζευξης; συζεύκτης
комп., Майкр. σύνδεση
маш. συζεύκτης αξόνων; αποσυμπλέκτης
мед. συνένωση γονιδίων; σύνδεσμος γονιδίων
связь., ИТ. αλύσσωση' αλυσιδωτή σύνδεση
связь., трансп. σερβοέλεγχος
стат. σύνδεσμος; αλληλουχία; συνάφεια
стр. σύνδεση δοκών; μονολιθοποίηση
трансп. ελιγμός προσάραξης; σύνδεση με κρουστική-αποκρουστική διαρρύθμιση
трансп., маш. κοπλάρισμα
трансп., пром. συμπλέκτης
трансп., эл. σύμπλεξη; εξάρτηση
фин. Πράξη πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης
эл. σύζευξη; διασύνδεση; ζεύξις; σύζευξις; αποκλεισμός; ασφάλιση
Koppeling f
трансп., маш. αμπραγιάζ; συμπλέκτης
koppeling
: 245 фраз в 16 тематиках
Документооборот5
Землеведение7
Информационные технологии14
Майкрософт8
Материаловедение2
Машиностроение78
Медико-биологические науки1
Общая лексика5
Окружающая среда1
Промышленность3
Связь13
Статистика2
Транспорт88
Экономика1
Электроника15
Энергетика2