SłownikiForumKontakt

   Niemiecki
Google | Forvo | +
do fraz
Dieselmotor m -s, -en
ekon. κινητήρας ντίζελ
inżyn. κινητήρας DIESEL; κινητήρας ανάφλεξης διά συμπιέσεως C.I.; κινητήρας ανάφλεξης με συμπίεση; κινητήρας στον οποίο η ανάφλεξη γίνεται με συμπίεση; πετρελαιομηχανή
ochr.środ. πετρελαιοκινητήρας; πετρελαιοκινητήρας/κινητήρας ντίζελ
transp., przem. ντιζελοκινητήρας
Dieselmotor: 30 do fraz, 3 tematyki
Inżynieria mechaniczna19
Nauki przyrodnicze4
Transport7