SłownikiForumKontakt

   Szwedzki
Google | Forvo | +
do fraz
abonnentledning form.
elektron. συνδρομητική γραμμή σύνδεσης
komun. γραμμή κέντρου πόλεως; γραμμή συνδρομητή; συνδρομητική γραμμή; συνδρομιτική τηλεφωνική γραμμή; συνδρομιτικός βρόχος; τηλεφωνική γραμμή
komun., technol. ατομική γραμμή; συνδρομητική τηλεφωνική γραμμή
abonnentledning: 5 do fraz, 1 tematyki
Komunikacja5