instruction | |
posp. | τμήμα ελέγχου |
finans. technol. | οδηγία |
med. | οδηγίαι του ιατρού προς το νοσηλευτικόν προσωπικόν |
technol. techn. | εντολή |
processor | |
posp. | μεταποιητική βιομηχανία |
finans. | μεταποιητής |
hand. | ενδιάμεσος χρήστης |
med. | επεξεργαστής; κεντρική μονάδα επεξεργασίας |
| |||
τμήμα ελέγχου | |||
οδηγία f | |||
οδηγίαι του ιατρού προς το νοσηλευτικόν προσωπικόν | |||
εντολή f | |||
| |||
κατευθυντήριες οδηγίες | |||
Angielski tezaurus | |||
| |||
instn | |||
inst; instr | |||
| |||
The explanation of constitutional rights given by a judge to a defendant | |||
instr. |
instruction processor : 1 do fraz, 1 tematyki |
Technologia informacyjna | 1 |