functional | |
posp. | λειτουργική; λειτουργικό |
component | |
posp. | εξάρτημα |
bud. | δομικό στοιχείο |
inżyn. | μηχανικό κομμάτι; μηχανικό όργανο |
med. | συστατικό μόριο; συστατικό; συστατικό στοιχείο |
micr. | στοιχείο |
nauk. elektron. | συνιστώσα |
transp. | στοιχείο |
| |||
λειτουργική; λειτουργικό | |||
λειτουργικός; συναρτησιακός |
functional : 227 do fraz, 28 tematyki |