| |||
κέρδη | |||
δεδουλευμένο εισόδημα; εισόδημα από εργασία; εισόδημα εργασίας; εισόδημα προερχόμενο από εργασία; εργατικό εισόδημα | |||
έσοδα | |||
αποδοχές | |||
Angielski tezaurus | |||
| |||
A company's earnings are its after-tax net income. (investopedia.com A.Rezvov) |
earnings: 120 do fraz, 18 tematyki |