SłownikiForumKontakt

Google | Forvo | +

conditional interlocking

transp., elektron. εξάρτηση απαγορευτική της επανάληψης; εξάρτηση που απαγορεύει επαναλαμβανόμενες κινήσεις; σύμπλεξη απαγορευτική της επανάληψης; σύμπλεξη που απαγορεύει επαναλαμβανόμενες κινήσεις

Dodaj | Zgłoś błąd | Krótki link