SłownikiForumKontakt

   Angielski
Google | Forvo | +
commissioning tests
posp. δοκιμές παραδόσεως ολοκληρωμένου έργου σε λειτουργία
commissioning test
inżyn., elektron. δοκιμές λειτουργίας; δοκιμή παραδόσεως ολοκληρωμένου έργου σε λειτουργία