activated carbon | |
inżyn. przem. | ενεργός άνθρακας |
med. | ενεργοποιημένος άνθρακας |
ochr.środ. | ενεργός άνθρακας |
Process | |
micr. | Διαδικασία |
process | |
posp. | διεξαγωγή |
med. | διαδικασία; επεξεργάζομαι; υποβάλλω σε επεξεργασία |
| |||
ενεργός άνθρακας | |||
ενεργοποιημένος άνθρακας | |||
άνθρακας ενεργοποιημένος; ενεργός ·άνθρακας | |||
| |||
ενεργός άνθρακας |
activated carbon process: 1 do fraz, 1 tematyki |
Ochrona środowiska | 1 |