modeling | |
med. | μίμηση προτύπου; πλάσιμο προτύπου; διαμόρφωση; μοντελοποίηση |
System | |
micr. | Σύστημα |
system | |
posp. | πλήρες ηλεκτρικό σύστημα ελέγχου; πλήρες υδραυλικό σύστημα ελέγχου |
elektron. | ηλεκτρικό δίκτυο |
med. | σύστημα |
micr. | σύστημα |
nauka o z. inżyn. | θερμοδυναμικό σύστημα |
przem. | δίκτυο; σύμπλεγμα |
for | |
posp. | για |
advance | |
posp. | πρόοδος; προκαταβάλλω; προχωρώ |
advanced | |
posp. | εξελιγμένη; εξελιγμένο |
med. | προχωρημένος; εξελιγμένος |
investigation | |
ekon. mark. | διαχειριστική μελέτη |
ochr.środ. | έρευνα; επιθεώρηση χώρου διάθεσης |
praw. | διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης; διενέργεια πραγματογνωμοσύνης; ανακριτική πράξη; απόδειξη; ανακριτική πράξη |
praw. prawo k. | δικαστική έρευνα |
transp. lotn. | διερεύνηση; εξέταση |
of | |
posp. | από |
countermeasure | |
finans. | αντίμετρο |
| |||
μίμηση προτύπου; πλάσιμο προτύπου; διαμόρφωση f; μοντελοποίηση f | |||
Angielski tezaurus | |||
| |||
mod |
Modeling System : 1 do fraz, 1 tematyki |
Pospolicie | 1 |