Universal | |
comp., MS | Για όλους |
universal | |
gen. | παγκόσμια; παγκόσμιο; παγκόσμιος |
processor | |
gen. | μεταποιητική βιομηχανία |
commer. | ενδιάμεσος χρήστης |
dat.proc. | εκτελών την επεξεργασία |
fin. | μεταποιητής |
| |||
παγκόσμια; παγκόσμιο; παγκόσμιος | |||
ικρίωμα συντήρησης γενικής χρήσης | |||
| |||
Για όλους (BBFC) | |||
English thesaurus | |||
| |||
Universal Pictures (wikipedia.org) | |||
Universal Music Group (wikipedia.org 'More) |
universal : 250 phrases in 36 subjects |