Universal | |
comp., MS | Για όλους |
universal | |
gen. | παγκόσμια; παγκόσμιο; παγκόσμιος |
developer | |
commun. IT | αναπτύσσων; σχεδιαστής |
comp., MS | προγραμματιστής |
construct. mun.plan. | εργολάβος κατασκευών; εταιρεία κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων; κατασκευαστής ακινήτων; κατασκευαστική εταιρεία |
cultur. | εμφανιστής; προϊόν εμφάνισης; διάταξη εμφάνισης |
interface | |
agric. | τμήμα φλοιού μεταξύ δύο εντομών |
commun. IT | διεπαφή |
commun. IT el. | διεπικοινωνία; όριο διασυνδέσεως |
comp., MS | περιβάλλον εργασίας; διασύνδεση |
earth.sc. | διαχωριστική επιφάνεια |
earth.sc. el. | ενδιάμεσο ηλεκτρικής σύνδεσης |
met. | διεπιφάνεια; επιφάνεια επαφής |
| |||
παγκόσμια; παγκόσμιο; παγκόσμιος | |||
ικρίωμα συντήρησης γενικής χρήσης | |||
| |||
Για όλους (BBFC) | |||
English thesaurus | |||
| |||
Universal Pictures (wikipedia.org) | |||
Universal Music Group (wikipedia.org 'More) |
universal : 250 phrases in 36 subjects |