thrust | |
earth.sc. | αξονικό φορτίο |
earth.sc. el. | έλξη |
mech.eng. | ταχύρευμα εξαγωγής καυσαερίων; προωθητική δύναμη; πίδακας ρευστού από εγχυτήρα |
transp. | ώση; δύναμη προώσεως; ωθητική δύναμη; ωστική δύναμη |
rocket | |
gen. | ρουκ·έτα; πύραυλος |
chem. | πύραυλος; φωτοβολίδα |
food.ind. | ρόκα 1 |
| |||
αξονικό φορτίο | |||
έλξη f | |||
ταχύρευμα εξαγωγής καυσαερίων; προωθητική δύναμη; πίδακας ρευστού από εγχυτήρα | |||
ώση f; δύναμη προώσεως; ωθητική δύναμη; ωστική δύναμη | |||
προώθηση f; ώθηση f | |||
English thesaurus | |||
| |||
THRTHRP | |||
| |||
Tsunami Hazard Reduction Using Systems Technology |
thrust-augmented : 2 phrases in 2 subjects |
Astronautics | 1 |
Transport | 1 |