subgrade | |
construct. | έδαφος εδράσεως; έδαφος θεμελιώσεως; επιφάνεια εφαρμογής επενδύσεως |
code | |
gen. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
commun. | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
IT dat.proc. | κώδικας |
IT tech. | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
med. | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
| |||
πλατφόρμα γραμμής | |||
| |||
έδαφος εδράσεως; έδαφος θεμελιώσεως; επιφάνεια εφαρμογής επενδύσεως | |||
υπόβαση γραμμής | |||
| |||
θεμελίωση |
subgrade : 4 phrases in 2 subjects |
Construction | 2 |
Materials science | 2 |