processor | |
gen. | μεταποιητική βιομηχανία |
commer. | ενδιάμεσος χρήστης |
dat.proc. | εκτελών την επεξεργασία |
fin. | μεταποιητής |
channel | |
construct. | πλακίδια υπονόμων αγωγών |
earth.sc. mech.eng. | στόμιο εξισορρόπησης,οπή αντιστάθμησης,αυλάκωση,κανάλι |
industr. | δίαυλος |
industr. construct. | αυλάκι στη σόλα; λούκι στη σόλα |
industr. construct. met. | αρχή καναλιού |
med. | κανάλι |
nucl.pow. | κανάλι πυρηνικού καυσίμου |
transp. | διώρυγα |
module | |
comp., MS | λειτουργική μονάδα |
energ.ind. | ηλιακή μονάδα |
industr. construct. | μικροκλίβανος; μικρός κλίβανος |
IT | δομική ενότητα; δομικό στοιχείο; δομοστοιχείο |
| |||
μεταποιητική βιομηχανία | |||
ενδιάμεσος χρήστης | |||
εκτελών την επεξεργασία | |||
μεταποιητής m | |||
επεξεργαστής m; κεντρική μονάδα επεξεργασίας | |||
English thesaurus | |||
| |||
PRCS; PRCSR | |||
procr | |||
| |||
P |
processor channel : 1 phrase in 1 subject |
Communications | 1 |