priorities | |
gen. | άξονες προτεραιότητας |
priority | |
agric. | άξονας προτεραιότητας |
commun. patents. nucl.phys. | δικαίωμα προτεραιότητας |
commun. transp. | βαθμός προτεραιότητας |
D | |
IT | προ-τυποποιητική έρευνα και ανάπτυξη |
conversion | |
fin. | ανταλλαγή |
forestr. | επεξεργασία; μορφοποίηση; εναλλαγή,μετασχηματισμός,μεταστροφή; μετατροπή,μετασχηματισμός; κατεργασία |
industr. construct. | πρίσις |
law agric. | οικειοποίηση |
law lab.law. | μετατροπή επαγγελματικής ειδίκευσης |
med. | μετατροπή |
| |||
άξονας προτεραιότητας | |||
δικαίωμα προτεραιότητας | |||
βαθμός προτεραιότητας | |||
προτεραιότητα f | |||
| |||
άξονες προτεραιότητας | |||
English thesaurus | |||
| |||
prior | |||
pry | |||
pri. | |||
pri; prity; prty |
priority of A : 4 phrases in 2 subjects |
Law | 3 |
Patents | 1 |