array | |
gen. | παράταξη |
comp., MS | πίνακας |
el. | διάταξη κεραιών; κατευθυντική κεραιοστοιχία; κεραιοστοιχία; στοιχειοκεραία |
IT | μήτρα |
math. | συστοιχία; διατεταγμένης σειράς |
connector | |
coal. | σύνδεσμος |
econ. work.fl. | αποπομπή διαγράμματος οργάνωσης |
el. | βύσμα |
IT el. | συνδετήρας |
mech.eng. | άτρακτος ολισθαίνοντος σφήνα; δακτύλιος σύμπλεξης με εξωτερική οδόντωση |
med. | συνδέτης; νευρικό κέντρο που συνδέει το κεντρομόλο με το φυγόκεντρο νεύρο του νευρικού τόξου |
transp. el. | σύρμα επαφής; ακροδέκτης συνδέσεως συρμάτων |
multifiber : 3 phrases in 2 subjects |
Communications | 2 |
Information technology | 1 |