Link | |
fin. | Πράξη πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης |
link | |
agric. | δακτύλιος; συνδετικό στοιχείο; χαλκάς |
commun. | υπερκειμενική ζεύξη |
comp., MS | συνδέω |
mech.eng. | ράβδος; σύνδεσμος ερπύστριας |
med. | δεσμός |
transp. mech.eng. | να ενωθεί |
controller | |
agric. | χειριστήριο |
commun. transp. | συντονιστής φωτεινής σηματοδοτήσεως |
comp., MS | ελεγκτής |
earth.sc. mech.eng. | βοηθητική διάταξη ρυθμίσεως |
mech.eng. | ρυθμιστής; ρυθμιστική διάταξη; συσκευή ελέγχου; όργανο ελέγχου |
link controller : 3 phrases in 2 subjects |
Information technology | 1 |
Transport | 2 |