faulting | |
earth.sc. | ρηγμάτωση |
circuit | |
commun. | κύκλωμα' τηλεπικοινωνιακό κύκλωμα |
el. | τριφασική γραμμή μεταφοράς |
IT | τηλεπικοινωνιακή οδός; τηλεπικοινωνιακό κύκλωμα; τηλεπικοινωνιακός φορέας |
| |||
ρηγμάτωση |
faulted : 7 phrases in 3 subjects |
Earth sciences | 2 |
General | 1 |
Life sciences | 4 |