dynamic | |
gen. | δυναμική |
IT | δυναμικός |
IT tech. | δυναμικό |
dynamics | |
commun. | δυναμική |
fin. IT | δυναμική εγγράφου |
mech.eng. | εξαρτήματα δυναμικών καταπονήσεων |
effect | |
gen. | επιτελώ; κατορθώνω |
environ. | επιπτώσεις/αποτελέσματα/συνέπειες; συνέπειες |
health. | αποτέλεσμα |
med. | επίδραση; συνέπεια |
effects | |
health. | επιδράσεις |
| |||
δυναμική f | |||
δυναμικός | |||
δυναμικό n | |||
| |||
δυναμική εγγράφου | |||
εξαρτήματα δυναμικών καταπονήσεων | |||
δυναμική f | |||
| |||
δυναμική εγγράφου | |||
English thesaurus | |||
| |||
dyn | |||
dyn. | |||
| |||
D |
dynamic : 418 phrases in 35 subjects |