distribute | |
comp., MS | διανέμω |
market. commun. | διαδίδω διαφημιστικό φυλλάδιο,προσπέκτους |
med. | διανέμω; κατανέμω; μοιράζω |
Parametered | |
gen. | Παραμετρική |
parameter | |
comp., MS | παράμετρος |
environ. | παράμετροι |
fin. transp. environ. | παράμετροι |
IT | τυπική παράμετρος; εικονικό όρισμα; εικονική παράμετρος |
System | |
comp., MS | Σύστημα |
system | |
gen. | πλήρες ηλεκτρικό σύστημα ελέγχου; πλήρες υδραυλικό σύστημα ελέγχου |
comp., MS | σύστημα |
earth.sc. mech.eng. | θερμοδυναμικό σύστημα |
el. | ηλεκτρικό δίκτυο |
industr. | δίκτυο; σύμπλεγμα |
IT | δημιουργία συστήματος |
| |||
διανέμω; κατανέμω; μοιράζω | |||
| |||
διανέμω (To allocate among locations or facilities, as in a data-processing function that is performed by a collection of computers and other devices linked together by a network) | |||
διαδίδω διαφημιστικό φυλλάδιο,προσπέκτους | |||
| |||
κατανεμημένο | |||
English thesaurus | |||
| |||
dist. | |||
dis |
distributed : 177 phrases in 28 subjects |