complementary MOS | |
el. | CMOS,Συμπληρωματικός ημιαγωγός μεταλλικού οξειδίου |
structure | |
gen. | συγκροτώ |
comp., MS | δομή |
IT | δομή εγγράφου |
med. | δομή; συγκρότηση |
met. | δομή υλικού; ιστός |
transp. avia. | δομή αεροσκάφους; κέλυφος |
| |||
CMOS,Συμπληρωματικός ημιαγωγός μεταλλικού οξειδίου |
complementary MOS : 2 phrases in 1 subject |
Information technology | 2 |