circuit | |
commun. | κύκλωμα' τηλεπικοινωνιακό κύκλωμα |
el. | τριφασική γραμμή μεταφοράς |
IT | τηλεπικοινωνιακή οδός; τηλεπικοινωνιακό κύκλωμα; τηλεπικοινωνιακός φορέας |
per | |
gen. | ανά |
pattern | |
comp., MS | μοτίβο |
industr. construct. | στάμπα για κοπή; περιτύπωμα; σκάλισμα |
industr. construct. chem. | μάρκα οπίσθιας σφράγισης; σήμα οπίσθιας σφράγισης |
mater.sc. | πρότυπο φύλλο; πρωτότυπο |
circuits per : 4 phrases in 2 subjects |
Communications | 2 |
Electronics | 2 |