basic control | |
comp., MS | βασικό στοιχείο ελέγχου |
mode | |
commun. | μέθοδος; μέθοδος λειτουργίας |
comp., MS | λειτουργία; λειτουργία |
el. | ρυθμός διάδοσης; ρυθμός |
math. | κορυφή |
stat. | επικρατούσα τιμή; τύπος |
stat. transp. | είδος συγκοινωνίας |
| |||
βασικό στοιχείο ελέγχου (A control that is rendered as a label-value pair) |
basic control mode : 1 phrase in 1 subject |
Electronics | 1 |