automate | |
IT | αυτοματοποιώ |
spool | |
industr. construct. | ανεμίζω |
spooling | |
comp., MS | τοποθέτηση στην ουρά εκτύπωσης |
priorities | |
gen. | άξονες προτεραιότητας |
priority | |
agric. | άξονας προτεραιότητας |
commun. patents. nucl.phys. | δικαίωμα προτεραιότητας |
commun. transp. | βαθμός προτεραιότητας |
| |||
αυτοματοποιώ |
automated : 115 phrases in 15 subjects |