advance | |
gen. | πρόοδος; προκαταβάλλω; προχωρώ |
advanced | |
gen. | εξελιγμένη; εξελιγμένο |
med. | προχωρημένος; εξελιγμένος |
deviation | |
mater.sc. | διαφορά |
math. | αποκλίνουν |
med. | εκτροπή; απόκλιση |
social.sc. | παρέκκλιση |
stat. | συστηματική απόκλιση; συστηματική μεταβολή; απόκλισις |
stat. fin. | διακύμανση |
transp. | διαδρομή με παράκαμψη |
report | |
gen. | πρωτόκολλο; πιστοποιητικό |
comp., MS | αναφορά |
econ. | έκθεση |
ed. | έλεγχος προόδου; διάλεξη |
IT | αναφορά |
market. | απολογισμός |
| |||
πρόοδος; προκαταβάλλω; προχωρώ | |||
| |||
έκθεση έργου; έκθεση προόδου | |||
| |||
εξελιγμένη; εξελιγμένο | |||
προχωρημένος; εξελιγμένος | |||
English thesaurus | |||
| |||
adv | |||
ad | |||
| |||
Advanced SMGCS (MichaelBurov) |
advanced : 248 phrases in 34 subjects |