laboratory | |
environ. | εργαστήριο |
instrumentation | |
comp., MS | τοποθέτηση οργάνων μέτρησης |
environ. | ενοργάνιση/σύστημα οργάνων/συσκευές/οργανολογία; σύστημα οργάνων |
IT | ενοργάνωση |
Computer | |
comp., MS | Υπολογιστής |
computer | |
econ. | ηλεκτρονικός υπολογιστής |
IT | υπολογιστής; ηλεχτρονικός υπολογιστής |
IT tech. | υπολογιστής αποθηκευμένου προγράμματος |
| |||
εργαστήριο m | |||
| |||
εργαστήριο m | |||
English thesaurus | |||
| |||
lab | |||
lbr | |||
lab. |
Laboratory : 253 phrases in 34 subjects |