international | |
gen. | Διεθνής; διεθνές; διεθνής |
classification | |
comp., MS | ταξινόμηση |
environ. | διαλογή; διαχωρισμός; κατηγοριοποίηση |
insur. | κατάταξη |
market. | γενικό λογιστικό σχέδιο |
math. | κατάταξη |
med. | ταξινόμηση |
pharma. environ. | διαβάθμιση; κατηγοριοποίηση |
| |||
Διεθνής; διεθνές; διεθνής | |||
English thesaurus | |||
| |||
int. | |||
intn. |
International : 2443 phrases in 71 subjects |