deprogramming | |
social.sc. | απο-προγραμματισμός |
AND | |
comp., MS | λογικό ΚΑΙ |
restoration | |
construct. | ανακαίνιση; αναστήλωση; αποκατάσταση |
environ. | Αποκατάσταση; επανόρθωση; αποκατάσταση τοποθεσίας; επαναφορά |
IT | διαδικασία επαναφοράς; επαναφορά |
of | |
gen. | από |
pride | |
gen. | περηφάνεια |
| |||
απο-προγραμματισμός m |